Πέμπτη 2 Ιουνίου 2011

ΑΙΘΟΥΣΑ ΤΕΧΝΗΣ ΑΘΗΝΩΝ / ΥΔΑΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΤΗΣ ΛΕΝΑΣ ΚΟΥΤΣΗ

La peinture féminine


“A woman’s writing is always feminine;
it cannot help being feminine; at its best it is most feminine;
the only difficulty lies in defining what we mean by feminine.”
Virginia Woolf, Jacob’s Room, 1922

“Likewise for painting”
Ορφέας Απέργης, La peinture féminine, 2011


Είχα την πρόθεση να γράψω για τον τρόπο της ακουαρέλας, τρόπο υψηλό και ‘μέγα φρονούντα’, έτσι όπως αυτός μας έρχεται ασθματικά, δηλαδή με δυσκολίες μεγάλες, από ένα όχι και τόσο κοντινό παρελθόν. Θα έγραφα λοιπόν για τον William Turner και για τον John Singer Sargent στη Βενετιά του Canal Grande, θα έγραφα για τον Winslow Homer στο Prouts Neck του Maine και στο Gloucester της Μασσαχουσέτης, αλλά και για τον Andrew Wyeth στο Cushing και στο Chadds Ford, θα έγραφα δηλαδή για να σχολιάσω αναδρομικώς την οικεία έκθεση της κυρίας Λένας Κούτση, όπως μου το εζήτησε η ίδια αυτή. Όμως, σε εποχή κατά την οποία «ο μόνος δρόμος είναι ο δρόμος» –“welcome to migrant-hood”, λέει ο Stuart Hall – αιστάνουμαι έντονα ότι μας χρειάζονται πράματα πιο στερρά, όχι απλώς μια δρομαία ή αναδρομαία ύπαρξη αλλά το γερό κι εμπεδοσθενές κι εμπεδόμοχθο, εκείνο δηλαδή, το κοπιώδες, που αντέχει αλλά και που δεν μας αφήνει να ειρηνεύσουμε, μόνο μας κεντρίζει σαν παλιά α-λογόμυιγα.

Για τούτο και επιχειρώ να εγγράψω στην ζωγραφική της Λένας Κούτση τη στερρότητα, άρα και την ανησυχία – «στερρά λέκτρα» στον Ευριπίδη είναι τα ανήσυχα, τα ταραγμένα, τα σκληρά κρεβάτια του γάμου. Είναι μεγάλη ειρωνεία του καιρού που το σκληρό, το στερεό παρέχεται από το πλέον ρευστό. Είναι δηλαδή η ρευστότητα που δίνει στην υδατογραφία το πλεονέκτημά της. Γι’ αυτό και πρόκειται για υψηλό, υψιφρονούντα τρόπο, καθ’ όσον μας παρέχει υλικό σίγουρο, μας ‘υπέχει λόγον’, δηλαδή μας δίνει επιχείρημα και λόγο ύπαρξης.

Αυτό που επιχειρεί η υδατογραφία είναι να εγκαταστήσει την ρευστότητα ως πυρήνα –  κουκουτσάκι σκληρότατο – του λόγου της ζωγραφικής γλώσσας. Ακουαρέλα (μπορεί και να) είναι η ελευθερία στο πεδίο της ζωγραφικής, όπως ποίηση είναι η ελευθερία στο πεδίο της γλώσσας. Αυτή μάλιστα η ροή είναι που δίνει το ρυθμό, ο οποίος περιέργως πώς σημαίνει και την τάξη, τη συμμετρία, την αναλογία, άρα και τη στερρότητα, όπερ έδει δείξαι! Κι είναι αυτό το ρέον που εκ-δηλώνεται με το ‘σημειωτικό στάδιο’, τον σημειωτικό, μη λεκτικό, μη δηλωτικό, προ-Οιδιπόδειο τρόπο και που προηγείται του ‘συμβολικού σταδίου’, δηλαδή του δηλωτικού, καθηλωμένου, λεκτικού τρόπου που έρχεται μετά την Οιδιπόδειο ‘θέση’. Αυτή η ‘θετική’ στιγμή οπού ο Οιδίποδας απαντάει στη Σφίγγα ορίζει και το τέλος του κόσμου της ρευστότητας των ψυχικών και σωματικών ορμών. Η τυπολογία αυτή όπως την δηλώνει η Julia Kristeva το 1974 και μετά, μπορεί να ορίσει τη θέση και μιας ζωγραφικής που είναι ‘θηλυπρεπής’, με την καλύτερη δυνατή έννοια. Εκεί που ο Οιδίποδας αρθρώνει, απαντάει, τεμαχίζει οριζοντίως και καθέτως, εκεί που ‘σταυρολεξεί’, η πριν από αυτόν γυναίκα, αυτή που ο Λόγος τηνε θέλει Σφίγγα, προ-υπάρχει και ως σειρά σημείων προ-σημαίνει και ρέει ορμέμφυτη. Αν ο άντρας είναι το περιγεγραμμένο Εγώ, η γυναίκα – η ίδια αυτή που τον εγέννησε – είναι το μη-Εγώ, το προ-Εγώ, το απερίγραπτο της θάλασσας που τον συνέχει και τον κυκλώνει χωρίς ο κύκλος αυτός να έχει ποτέ περιφέρεια. «Τη συνείδηση ενησιώτισα» λέει ο Ελύτης κι ίσως υποψιάζεται ότι ο ρόλος του είναι να επιστρέφει αιώνια σε ένα νησί Οδυσσεϊκό, αλλά πάντα πολύ μικρό και ανιαρό, αν πιστέψουμε τον Tennyson, τόπος περίκλειστος μέσα στα βουνά, εκεί που γύρω, την ίδια στιγμή αλλά και παλαιότερα, βασιλεύει η θάλασσα, πέρα ως την άκρη του ματιού. «Τα θαλάσσωσε» λέει ο (αντρικός) λόγος κακόσημα, αλλά το δύσκολο αυτό είναι, κι αυτό ακόμα είναι που μας σώζει, «να θαλασσώσεις τη συνείδηση». Αυτά είναι ίσως τα ‘πάνω νερά’ στο Σεφερικό ποτάμι, οπού οδηγούνε στη γλυφή πηγή που κοινωνάει με τη θάλασσα των παιδικών μας χρόνων.

Να τα «Νερά» της Λένας Κούτση και να τα «Νερουλάδικα» καράβια της και να τα βράχια της τα λευκά, τα πολιορκημένα απ’ τη θάλασσα, κι ύστερνα πάλι να – ποτήρια και φρούτα σαν δικαιολογία για τη ζωή που λιγοστεύει στη στεριά πριν να σαλπάρουμε ταξίδι στις στεριές της θάλασσας, Σίφνος και Σπέτσες του ’11.


ΥΓ. Μπορεί αλλά και είναι πρέπον να ακολουθήσουνε κι οι άντρες τη θηλυκή ζωγραφική, έτσι όπως το κατάφεραν οι πιο τολμηροί θαλασσοπόροι, άντρες ατρόμητ(ρ)οι, μπεάτοι, θηλυπρεπέστατοι! Έτσι μόνο καταστρατηγείται το σύνορο και λύεται η διαφορά, κι έτσι μόνο συστήνεται, ίσως, η διαφορετικότητα, δηλαδή το ‘πολύορο’, οπού αντί για το διχοτομημένο έχουμε πια το πολύτμητο, λάφυρο πολύτιμο του πλού ρέοντος πόντου (hence: plureality).





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου